- Ἀλευάδας
- ̆αλευάδας1 descendant of Aleuas ]ν Ἀλευαδαν[ Θρ. 5. 9. cf.
Σ. N. 7.103
, Ἀλευάδας εἴωθε Πίνδαρος καλεῖν τοὺς Θεσσαλούς.
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
Σ. N. 7.103
, Ἀλευάδας εἴωθε Πίνδαρος καλεῖν τοὺς Θεσσαλούς.Lexicon to Pindar. William J.. 2010.